Σελίδες

Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2010

ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ

Ένα μικρό αποσπασμα συμβολής στην ανάδειξη και στην μελέτη της ιστορίας του ρεμπέτικου τραγουδιού


ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ

Είναι δύσκολο να διακρίνουμε με ακρίβεια τη χρονολογική αφετηρία εμφάνισης του ρεμπέτικου τραγουδιού, όπως είναι δύσκολο να διακρίνουμε χρονολογικά και με ακρίβεια και να διαχωρίσουμε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους μεταβολών των κοινωνικών φαινομένων. Άλλωστε το ρεμπέτικο, ως λαϊκή δημιουργία, αποτελεί συνέχεια και μετεξέλιξη λαϊκών τραγουδιών που εμφανίζονται στα αστικά κέντρα κατά το πέρασμα από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Όλοι σχεδόν οι ερευνητές του ρεμπέτικου τραγουδιού θεωρούν σταθμό στην ιστορία του, ως προς τη μαζική διάδοσή του στα εδαφικά όρια της Ελλάδας, το 1922 και τη Μικρασιατική καταστροφή. Το ρεμπέτικο όμως εμφανίζεται και στην Ελλάδα το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα και υπάρχουν μαρτυρίες γι' αυτό. «Καφέ Αμάν» υπήρχαν και στην Ελλάδα, στα τότε εδαφικά της όρια, και όχι μόνο στα Μικρασιατικά παράλια, ως χώροι διασκέδασης με λαϊκές ορχήστρες, που όμως τις έφερναν από την Μικρασία .
Μαζικά το ρεμπέτικο τραγούδι εμφανίζεται στην Ελλάδα από το προσφυγικό στοιχείο, από την Κωνσταντινούπολη και κυρίως από τη Σμύρνη μετά το 1922. Αυτό ως μαζικό φαινόμενο έχει σχέση με την ανάπτυξη των αστικών κέντρων και αυτών που προϋπήρχαν και αυτών που αναπτύχθηκαν μετά, λόγω της ανάπτυξης του καπιταλισμού. Οι πρώτοι επώνυμοι δημιουργοί του στην Ελλάδα είναι Σμυρνιοί λαϊκοί μουσικό-στιχουργοί, δημιουργοί τραγουδιών και ερμηνευτές (οργανοπαίχτες και τραγουδιστές). Γιατί ήταν μαζικό φαινόμενο ως λαϊκή δημιουργία στα αστικά κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ιδιαίτερα δε στη Σμύρνη και στην Κωνσταντινούπολη. Δηλαδή το ρεμπέτικο, ή καλύτερα το αστικό λαϊκό τραγούδι προϋπάρχει της Μικρασιατικής καταστροφής.

 Ορισμένες πηγές και μαρτυρίες


Υπάρχουν ντοκουμέντα που επιβεβαιώνουν αυτό τον ισχυρισμό. Οι πιο αυθεντικές πηγές και ντοκουμέντα ταυτόχρονα είναι τα ηχητικά, οι δίσκοι γραμμοφώνου. Τέτοια ηχητικά ντοκουμέντα που αποδεικνύουν την ύπαρξη και δημιουργία ρεμπέτικου τραγουδιού εμφανίζονται πριν το 1922 στη Σμύρνη και την «Πόλη», αλλά και στην Αμερική. Η διατήρηση δίσκων γραμμοφώνου με περιεχόμενο λαϊκά τραγούδια γραμμοφωνημένα στη Σμύρνη και την Πόλη από το 1905 αποδεικνύουν ότι η μουσικό-στιχουργική σύνθεση των τραγουδιών προηγείται και είναι τουλάχιστον αυτής της χρονολογικής περιόδου. Αντίστοιχα υπάρχουν δίσκοι γραμμοφωνημένοι στις ΗΠΑ την ίδια εποχή ,μάλιστα ο Διονύσης Μανιάτης, στο βιβλίου του «Η εκ περάτων δισκογραφία γραμμοφώνου», αναφέρει και μία ηχογράφηση στην αμερικανική δισκογραφική εταιρία Berliner, την «Σμυρναίικη σερενάτα».
Επίσης πολύ σημαντικό στοιχείο είναι το εξής, η προφορική παράδοση και η μεταφορά τραγουδιών μέσω αυτής, από τους λαϊκούς καλλιτέχνες, Μικρασιάτες πρόσφυγες τους Πολίτες και κυρίως τους Σμυρνιούς, μαρτυράει ότι υπήρχαν ρεμπέτικα πριν το 1922. 


 Για τις μουσικές ανταλλαγές


Ίχνη του ρεμπέτικου, δηλαδή της μορφής που γνωρίσαμε ή πιο σωστά στοιχεία του, γιατί το ίδιο εξελίχτηκε, εμφανίζονται σε όλα τα αστικά κέντρα της περιόδου που αρχίζει η αποσύνθεση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και οι πρώτες καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Δηλαδή αποσύνθεση φεουδαρχίας και εμφάνιση αστικών κοινωνιών. Λέμε για ίχνη ή στοιχεία, γιατί είναι καλλιτεχνική δημιουργία λαϊκών στρωμάτων, με επίδραση από τη Βυζαντινή μουσική και σε ότι αφορά ηχοχρώματα και μελωδίες ακολουθεί κλίμακές της και τα μακάμ (δρόμοι) ανατολικές κλίμακες που σημαίνει και αλληλοεπιδράσεις.
Οι απόψεις αυτές που εκφράζονται και από κορυφαίους μελετητές για τις ρίζες και τις καταβολές του ρεμπέτικου, μουσικολογικά και ιστορικά, επιβεβαιώνονται και από άλλη σκοπιά, όπως π.χ. αν πάρουμε υπόψη ότι τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο αναπτύσσεται το εμπόριο, οι συγκεκριμένες περιοχές γίνονται βάση αυτής της δραστηριότητας και πληθυσμιακά στα πλαίσια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας έχουμε μετακινήσεις λαϊκών τμημάτων διαφόρων εθνοτήτων ακριβώς κάτω από τις ανάγκες ανάπτυξης του εμπορίου.. Είναι επίσης γεγονός ότι τα ρεμπέτικα και μ' αυτή την ορολογία, καταγράφονται ως τραγούδια των λαϊκών μαζών στη Σμύρνη, σε αντίθεση με τη μουσική της άρχουσας τάξης, που ήταν η ευρωπαϊκή κλασική μουσική.

Απαύγασμα μουσικής διαφορετικών λαών


Το ρεμπέτικο ακολουθεί πιστά τα μακάμ και το ηχόχρωμα και οι μελωδίες του οδηγούν στην ανατολική μουσική. Ο ελλαδικός χώρος, το Αιγαίο, ήταν και είναι τα όρια Ανατολής - Δύσης και πέρασμα σε όλη την ιστορία. Επόμενα και χώρος συνάντησης διαφόρων πολιτισμών - εθίμων - ηθών κλπ. Οι δραστηριότητες των παραθαλάσσιων κοινωνιών στο εμπόριο ήταν συνέπεια και αποτέλεσμα της γεωγραφικής τους θέσης . Η ίδια η δημιουργία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μετέφερε το κέντρο εξουσίας στην Ανατολή (Βυζάντιο - Βόσπορος). Η δε Οθωμανική συνέδεσε ακόμη περισσότερο αυτή την εξέλιξη με την προς Ανατολάς του Αιγαίου ανάπτυξη των σχέσεων των λαών της περιοχής που για ιστορικούς λόγους είχε επίδραση στα αστικά μετέπειτα κέντρα του ελλαδικού χώρου, ιδιαίτερα και πρωταρχικά στα λιμάνια με την ανάπτυξη του εμπορίου, της βιοτεχνίας, των μεταφορών. Η λαϊκή μουσικό-στιχουργική παράδοση, η λαϊκή δημιουργία είναι κατ’ εξοχήν συλλογική, όπως συλλογική είναι ολόκληρη η κοινωνική ζωή και δράση των λαϊκών δυνάμεων που τη δημιουργούν. Αυτό διατηρείται ακόμη και την περίοδο που εμφανίζεται ο ατομικός δημιουργός, διακρίνεται κατονομάζεται.
Όλα τα παραπάνω μουσικολογικά στοιχεία που αναφέρονται στη διαμόρφωση και την εξέλιξη του ρεμπέτικου έχουν τη σημασία τους. Η αλληλεπίδραση της λαϊκής μουσικής διαφορετικών εθνοτήτων που συνυπήρχαν στα αστικά κέντρα έχει αφήσει τα ίχνη της και αυτό έχει τη σημασία του σχετικά με τις διάφορες εκδοχές που έχουν γραφτεί από εχθρούς και φίλους της λαϊκής μουσικής των αστικών κέντρων ως προς την εθνικότητά της. Αυτό φαίνεται και από τα μουσικά όργανα, π.χ. ούτι παίζουν και οι άραβες και θεωρείται δικό τους όργανο, αλλά και από τις ίδιες τις ορχήστρες που ενίοτε είναι πολυεθνικές, (παίζουν και τραγουδούν μαζί έλληνες, τούρκοι, αρμένιοι εβραίοι, κατεξοχήν εθνικότητες που κατοικούν στη Σμύρνη πριν το 1922), ιδιαίτερα πριν τη Μικρασιατική καταστροφή, αλλά και μετά, αν και μετά κυριαρχεί το πειραιώτικο ύφος, με το μπουζούκι και το μπαγλαμά. Γι’ αυτό και η κοινωνικό-ιστορική προσέγγιση είναι η μόνη που μπορεί να δώσει σωστά συμπεράσματα για τις καταβολές και την καταγωγή της καλλιτεχνικής δημιουργίας, άρα και του λαϊκού τραγουδιού, όπως και της λαϊκής τέχνης και όχι η «εθνολογική», όσο και αν συνυπάρχει. Η εμμονή μόνο στην εθνολογική προσέγγιση, (η απολυτοποίηση της στη μουσική και το τραγούδι έχει απαντηθεί ήδη πιο πάνω), μπορεί να προσδιορίζεται από τη γλώσσα, από το ύφος τους στην περίοδο πια της διαμόρφωσης των εθνών-κρατών, στα γεωγραφικά τους όρια, αλλά μέχρι εδώ. Η επιδίωξη της κυρίαρχης αστικής τάξης να διαμορφώσει εθνική συνείδηση στις μάζες στα όρια του κράτους της χρειαζόταν και τέτοιες απολυτότητες και δογματικές απόψεις. Αλλά είναι επικίνδυνες γιατί διαιρούν τους λαούς ή καλλιεργούν αντιλήψεις εθνικιστικών προσεγγίσεων που μπορεί να φτάνουν να υψώνουν και τείχη στη συνείδηση λαών στο έδαφος του έθνους-κράτους, ανάμεσα στις υπαρκτές ιδιαιτερότητες λαϊκής καλλιτεχνικής τους δημιουργίας. Βεβαίως οι λαοί έχουν τη δύναμη ακόμη και ενστικτωδώς να ξεπερνούν στην πράξη τέτοια εμπόδια, αφού στις δημιουργίες τους αντικειμενικά υπάρχει αλληλεπίδραση, κάποτε και σε ορισμένες περιπτώσεις και όσμωση.
Τα αναφέρουμε όλα αυτά, επειδή πολλά έχουν γραφτεί για την υποστήριξη με απόλυτο τρόπο από κάποιους της αυθεντικής ελληνικότητας της λαϊκής μουσικής, του ρεμπέτικου τραγουδιού και των καταβολών του, και μάλιστα με ρίζες στην αρχαία ελληνική μουσική. Βεβαίως αυτά είναι ζητήματα που εδώ ακροθιγώς θίχτηκαν. Γι’ αυτό έχει τη σημασία της και η ιστορική και κοινωνική προσέγγιση και εξέταση όλων αυτών των συνθηκών. Γιατί αφενός έχει ξεχωριστό περιεχόμενο και αφετέρου έχει άμεση σχέση με τη διαμόρφωση της «εθνικής συνείδησης» στην Ελλάδα πριν και ιδιαίτερα μετά την εδραίωση του αστικού κράτους. Αυτό που πρέπει να είναι καθαρό είναι ότι απ' αυτή την προσπάθεια της άρχουσας τάξης για τη διαμόρφωση και εδραίωση εθνικής συνείδησης και ιδιαίτερα η στρατηγική επιλογή της να «ανήκει εις την Δύση», δεν άφησε χωρίς κατατρεγμούς το λαϊκό τραγούδι. Ούτε αυτό των αγροτικών περιοχών, (δημοτικό), ούτε αυτό των αστικών κέντρων,(ρεμπέτικο).Και το ομολόγησαν ακόμη και δικοί της άνθρωποι, όπως η Δώρα Στράτου, πολύ-πολύ αργότερα, στη δεκαετία του ’50, όταν διαπίστωσε ότι στο ραδιόφωνο το τότε Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας , τα δημοτικά ήταν κομμένα , το ίδιο και τα ρεμπέτικα τραγούδια .
Το ρεμπέτικο τραγούδι εμφανίζεται στα αστικά κέντρα στους λαϊκούς χώρους που ζει και εργάζεται και περνά τον ελεύθερο χρόνο του κάθε καταπιεζόμενο τμήμα της αστικής κοινωνίας την περίοδο που γίνεται μαζικό φαινόμενο. Έτσι ρίζωσε στις λαϊκές δυνάμεις. Έτσι έφτασε ως τις μέρες μας. Όσο για τη σχέση του με το δημοτικό και με τη μουσική λαών που συνυπήρξαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία αλλά και άλλων λαών εκτός των συνόρων της (π.χ. αραβική μουσική, περσική μουσική κλπ.) αυτή είναι υπαρκτή και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.

7 σχόλια:

  1. καλα τα λέει ο μάστορας , σώστη περιγραφή και τοποθέτηση επί του θέματος , συγχαρήκια

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. opa magkes auto to ar8ro einai dimosieumeno sto periodiko dromou : luben , sta xania , ti einai auta pramata , yparxoun kai pneumatika dikaiwmata kai copyright .
    Loipon mazeuteite tha pesoun mhnyseis e, kanoniste

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ston anwnymo pigaine to sxoliaki. Ayton me tis miniseis

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. nai alla egw hmoun o anwnymos apo panw kai gia trompa to eipa auto gia tis mhnyseis , egw to dwsa to ar8ro kai sta paidia tou periodikou , as tromparoume kai ligo ....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Μου την έφερες μπαμπέσικα
    panagis-trelepi 1-0

    ΑπάντησηΔιαγραφή